Αύγουστος 2003, Παξοί.
Έχουμε νοικιάσει μια βάρκα και κάθε μέρα πηγαίνουμε Αντίπαξους. Αγκυροβολούμε στη μέση του πουθενά και βουτάμε. Στεγνώνουμε στην κουπαστή και φιλιόμαστε κάτω απ’τον ήλιο. Πατάμε στεριά και γινόμαστε ένα με την άμμο. Το σώμα είναι πηλός που ψήνεται, ασπρίζει απ’την αλμύρα, ροδίζει απ’το φως. Ο ιδρώτας μυρίζει καρύδα και το στόμα καρπούζι κατακόκκινο.
Τα βράδια περπατάμε και μιλάμε. Γινόμαστε ένα με τη νύχτα. Κάνουμε έρωτα. Το σώμα είναι πηλός που πλάθεται. Είναι λαχτάρα και ανάγκη. Μυρίζει χώμα και νερό. Και αλάτι. Το νησί είναι δικό μας. Είναι εμείς. Όλα τα νησιά είναι δικά μας. Όλος ο κόσμος είμαστε εμείς.
Αύγουστος 2012, παραλία Αγ. Σαράντα, Πήλιο.
Έντεκα το πρωί, στην παραλία με τα δύο παιδιά σε κατάσταση η υστερία έρχεται, η υστερία φτάνει. Προσπαθώ να φτιάξω το γάλα του μικρού και ταυτόχρονα να τον ηρεμήσω. Η μικρή με έχει τρελάνει στα μαμά αυτό, μαμά εκείνο και ο Σ. φουσκώνει δελφινάκια, μπαλίτσες και μαξιλαράκια. Έχω πονοκέφαλο, θέλω πέντε λεπτά ηρεμίας όταν παρατηρώ το ζευγάρι της διπλανής ομπρέλας. Είναι γύρω στα εξήντα – εξήντα πέντε, ακούνε μουσική με τα ακουστικά τους, διαβάζουν και χαίρονται τη γαλήνη τους.
Κοιτάζοντάς τους, αυτούς τους ανέμελους αραχτούς μεσήλικες που απολαμβάνουν τη θάλασσα και τον ήλιο, την άνεση της ξαπλώστρας και τη σκιά της ομπρέλας, τη γεύση του καφέ και τις λέξεις του βιβλίου, μία και μόνη σκέψη περνάει από το μυαλό μου. Όταν φτάσω στην ηλικία τους, σκέφτομαι, όταν θα μπορώ και εγώ όπως αυτοί να έχω χώρο και χρόνο, θα ζηλεύω απίστευτα τα νεαρά ζευγάρια σαν εμάς που θα βρίσκονται στην παραλία αγκαλιά με τα μωρά τους. Θα ζηλεύω απίστευτα τις τσουγκράνες και τα φτυαράκια τους. Τα μπρατσάκια. Τα ουφ και τα αμάν τους. Τη ζωή στη ζωή τους. Και τη σκέψη αυτή κρατάω για όλο το καλοκαίρι. Και ίσως και για κάποιο απ΄τα επόμενα.
Αύγουστος 2025, κάπου.
Ακούω τους ήχους του καλοκαιριού. Ζαλίζομαι. Ο αέρας μυρίζει γιασεμί και φρεσκοψημένη βάφλα. Είμαι ευτυχισμένη. Είναι η αγκαλιά μου γεμάτη και η φωνή μου ζεστή. Νιώθω γαλήνη, νιώθω ταραχή. Και προσμονή. Πάντα μα πάντα προσμονή.
Σταυρώνω τα δάχτυλα και κάνω ευχή.
Και εκείνη μου κάνει τη χάρη και βγαίνει αληθινή.
φωτογραφία Ed. Weston